Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δως της κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι να αρχινίσει. «Μία φορά κι ένα καιρό σε έναν τόπο εύκρατο και ιστορικό ζούσαν ένας μεγάλος πρωταγωνιστής, σταρ στα νιάτα του, ο Τίτος και μία σκηνοθέτης, Αμερικανοθρεμμένη, η Θαλασσία.
Όλες και όλοι τους αγαπούσαν και τους έκαναν τα χατίρια. Κι έμαθαν να ζουν και να δουλεύουν υπό τέτοιες συνθήκες πάντα, αρνούμενοι να προσαρμοστούν σε άλλα δεδομένα, ακόμη και εάν ήταν η μόνη τους επιλογή.
Ο σταρ κάποια στιγμή άρχισε να χάνει έδαφος και να παρουσιάζει φθορά και κάμψη, φυσική για όλες και όλους, αλλά δε θέλησε να το δεχτεί. Θέλησε να μείνει μέσα στο δικό του κόσμο, χωρίς νωρίτερα να κάνει αυτοκριτική και ενδοσκόπηση ή απολογισμό. Συνέχισε να πορεύεται σα να μην έχει αλλάξει τίποτα. Κάποια στιγμή του δόθηκε η ευκαιρία να κάνει μία αλλαγή και προς στιγμήν φάνηκε να την αξιοποιεί. Εις μάτην όμως, γρήγορα επανήλθε στη γνωστή και φιλική προς αυτόν τακτική τόσο στις συνεργασίες του με τους άλλους, όσο και στην προσέγγιση του νέου του ρόλου. Και σα να μην έφθανε αυτό , λίγο καιρό μετά , του δόθηκε μία ακόμη ευκαιρία συνεργασίας , αλλά και πάλι έκανε τα δικά του, πιστεύοντας ότι ο κόσμος και οι συνεργάτες του δε θα του χαλάσουν χατίρι και θα του συγχωρήσουν κάθε του λάθος και παράλειψη , επειδή ήταν ωραίος και μοιραίος, ειδικά στα νιάτα του, και πολύ δημοφιλές επί μακρά σειρά ετών. Κι ενώ οι συνεργάτες του πάλι θέλησαν να τον καλύψουν και να τον βοηθήσουν, ο Τίτος αρνήθηκε και μάλιστα εναντιώθηκε σε όλους αυτούς που τον βοηθούσαν. Ο εργοδότης του όμως δεν του το συγχώρησε και του ζήτησε να αποχωρήσει. Και πάλι ο Τίτος πίστεψε ότι οι άλλοι τον ζήλευαν και για αυτό γινόταν ότι γινόταν. Νόμιζε πως ήταν η «Κοκκινοσκουφίτσα» και ότι όλοι οι άλλοι που διαφωνούσαν μαζί του και του έκαναν κριτική ήταν «ο κακός ο λύκος».
ΕΚΔΟΣΕΙΣ "LIMASSOL"
Όλες και όλοι τους αγαπούσαν και τους έκαναν τα χατίρια. Κι έμαθαν να ζουν και να δουλεύουν υπό τέτοιες συνθήκες πάντα, αρνούμενοι να προσαρμοστούν σε άλλα δεδομένα, ακόμη και εάν ήταν η μόνη τους επιλογή.
Ο σταρ κάποια στιγμή άρχισε να χάνει έδαφος και να παρουσιάζει φθορά και κάμψη, φυσική για όλες και όλους, αλλά δε θέλησε να το δεχτεί. Θέλησε να μείνει μέσα στο δικό του κόσμο, χωρίς νωρίτερα να κάνει αυτοκριτική και ενδοσκόπηση ή απολογισμό. Συνέχισε να πορεύεται σα να μην έχει αλλάξει τίποτα. Κάποια στιγμή του δόθηκε η ευκαιρία να κάνει μία αλλαγή και προς στιγμήν φάνηκε να την αξιοποιεί. Εις μάτην όμως, γρήγορα επανήλθε στη γνωστή και φιλική προς αυτόν τακτική τόσο στις συνεργασίες του με τους άλλους, όσο και στην προσέγγιση του νέου του ρόλου. Και σα να μην έφθανε αυτό , λίγο καιρό μετά , του δόθηκε μία ακόμη ευκαιρία συνεργασίας , αλλά και πάλι έκανε τα δικά του, πιστεύοντας ότι ο κόσμος και οι συνεργάτες του δε θα του χαλάσουν χατίρι και θα του συγχωρήσουν κάθε του λάθος και παράλειψη , επειδή ήταν ωραίος και μοιραίος, ειδικά στα νιάτα του, και πολύ δημοφιλές επί μακρά σειρά ετών. Κι ενώ οι συνεργάτες του πάλι θέλησαν να τον καλύψουν και να τον βοηθήσουν, ο Τίτος αρνήθηκε και μάλιστα εναντιώθηκε σε όλους αυτούς που τον βοηθούσαν. Ο εργοδότης του όμως δεν του το συγχώρησε και του ζήτησε να αποχωρήσει. Και πάλι ο Τίτος πίστεψε ότι οι άλλοι τον ζήλευαν και για αυτό γινόταν ότι γινόταν. Νόμιζε πως ήταν η «Κοκκινοσκουφίτσα» και ότι όλοι οι άλλοι που διαφωνούσαν μαζί του και του έκαναν κριτική ήταν «ο κακός ο λύκος».
«Στην ίδια όμορφη και ελαφρώς μακρινή πολιτεία ζούσε και μία σκηνοθέτης η Θαλασσία που είχε σπουδάσει πολλά και διάφορα, καταγόταν από εύπορη οικογένεια, είχε καλές διασυνδέσεις και «ελαφρά» υπεροψία.
Πίστευε πως η καταγωγή της και οι σπουδές της ήταν αρκετές για να λειτουργεί όπως αυτή νομίζει, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τους ηθικούς φραγμούς και τα ανθρώπινα όρια. Κάποτε συνάντησε δύο παιδιά, ένα κορίτσι και ένα αγόρι, εντελώς τυχαία. Άρχισαν να κάνουν παρέα και να καταστρώνουν σχέδια συνεργασίας στο θέατρο. Είχαν μάλιστα κλείσει γνωστό συγγραφέα, εκπρόσωπο της Νέας Ελληνικής Γραφής, για να ανεβάσουν έργο του σε νέα εκδοχή. Κι ενώ όλα πήγαιναν καλά και όμορφα, ξαφνικά η Αμερικανοθρεμμένη Πριγκίπισσα έγινε κακομαθημένη και βαρέθηκε να παίζει με τα νέα της παιχνίδια, το κορίτσι και το αγόρι. Με μία μάλιστα δικαιολογία περί μη συμβατών συνθηκών ανέβαλε , εάν όχι ακύρωσε, την παράσταση και τη συνεργασία. Το κορίτσι μάλιστα στενοχωρήθηκε πολύ από την εξέλιξη αυτή, γιατί ήδη κάποιοι φύλακες του μαγεμένου κάστρου της είχαν μηνύσει να πάψει να παίζει με τους άλλους φίλους της, επειδή ήταν αισχροί και ατάλαντοι. »Απόσπασμα από το σύγχρονο παραμύθι της Πανίκας Αβραάμ
«Το μαγεμένο κάστρο με τα Τάλαντα» που θα κυκλοφορήσει από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ "LIMASSOL"


0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου